Εάν εξετάζετε την κάθε μέρα χωριστά, θα διαπιστώσετε πως δεν υπάρχει ημέρα που να μην είναι γεμάτη. Ενώστε τες όμως και θα εκπλαγείτε βλέποντας πόσο κενές είναι! – Τάκιτος
Για όλα όσα υπάρχουν στον κόσμο, για όλα αυτά που σήμερα έχουμε μάθει να θεωρούμε δεδομένα, υπήρξε μια εποχή που δεν υπήρχαν. Που δεν τα είχαν σκεφτεί οι άνθρωποι ή που ήταν απλώς σκόνη. Από τις μεγάλες Πυραμίδες της Αιγύπτου, στα Χειμερινά Ανάκτορα της Μόσχας, στο Κολοσσαίο, αλλά και κάθε μεγάλο γεγονός ή ιδέα. Όλα διέπονται από αυτό τον εκπληκτικό κανόνα: Πριν υπάρξει δεν υπήρξε!
Οι Πυραμίδες μπορεί να είναι σήμερα στη θέση τους και να βρίσκονται εκεί χιλιάδες χρόνια τώρα, αξιοθαύμαστο μνημείο μεγαλείου και σκλαβιάς, που στέκει ακόμα και συνεχίζει να εντυπωσιάζει. Όλοι καταλαβαίνουν τι είναι, σχεδόν όλοι στον κόσμο ξέρουν γι αυτές, το κλασικό τους σχήμα και την ερειπωμένη όψη τους. Κάποτε όμως δεν ήταν αρχαία αξιοθέατα υπό την προστασία του κράτους, αλλά υπήρξαν καινούργιες και κομμάτι του κράτους. Κάποτε δεν ήταν ερείπια, αλλά καινούργιες και αστραφτερές! Και ακόμη πιο πριν, λίγο πιο πριν, δεν υπήρχαν. Τότε, σε εκείνη την εποχή, ανάμεσα στις δύο αυτές φάσεις, υπήρξε μια μέρα, μια στιγμή, που ένας άνθρωπος ίσιωσε το σημείο στην άμμο που θα τοποθετούταν η πρώτη πέτρα.
Γιατί τα λέω όλα αυτά;
Διότι έχω παρατηρήσει ότι σήμερα δεν συμβαίνει τίποτα. Δηλαδή σχεδόν τίποτα. Υπάρχουν φυσικά μια σειρά από εξελίξεις στους περισσότερους τομείς -δεν θα μπορούσαν να μην υπάρχουν. Διαβάζοντας όμως ιστορία μονολογώ όλο και πιο συχνά ότι: «Να! Γιατί δεν κάνουμε κάτι τέτοιο κι εμείς σήμερα; Αυτή είναι καλή ιδέα! Γιατί δεν κάνουμε κι εμείς κάτι; Γιατί δεν κάνει κανείς τίποτα;»
Πέρα από τις όποιες σποραδικές εξελίξεις σε ορισμένους τομείς (που έτσι κι αλλιώς αποτελούν κατά κύριο λόγο απλές βελτιώσεις σε υπάρχουσες ιδέες και καινοτομίες) οι νέες ιδέες δεν έχουν την τύχη να δοκιμαστούν καν. Ακόμα χειρότερα, δεν υπάρχουν νέες ιδέες.
Και δεν αναφέρομαι μόνο στενά πολιτικά και σε ό,τι αφορά τους διάφορους “επαναστάτες”, που αντί να είναι εξορισμού οι πρωτοπόροι, οι πρώτοι που θα ήταν ανοιχτοί σε νέες ιδέες αντιθέτως έχουν μια μονότονη ρουτίνα, ένα προσπέκτους με το οποίο αντιμετωπίζουν οτιδήποτε και αν συμβεί. Αναφέρομαι σε όλους τους ανθρώπους.
Οι περισσότεροι άνθρωποι εν γένει έχω διαπιστώσει πως είναι έτοιμοι να θυμηθούν και να αναπολήσουν κατορθώματα άλλων ανθρώπων, είτε πρόκειται για επαναστατικές πράξεις, είτε πρόκειται για θεατρικά ή λογοτεχνικά έργα, είτε για νέες ιδέες και πρωτοτυπίες γενικώς. Νοσταλγούν αυτές τις στιγμές, λησμονώντας ότι οι εμπνευστές κι εκφραστές αυτών ήταν απλοί άνθρωποι που απλώς δοκίμασαν. Μην υπολογίζοντας ότι πριν υπάρξουν όλα, τίποτα δεν υπήρχε.
Πρόκειται για ένα δόγμα που έχει πλέον επιβληθεί κι έχει κυριαρχήσει στους ανθρώπους, το δόγμα της μαζικοποίησης και του τέλους της ιστορίας. Κανείς δεν ενδιαφέρεται να κατασκευάσει κάτι χειροποίητο για τον ίδιο. Κανείς (σχεδόν) δεν ενδιαφέρεται για την αισθητική του σπιτιού που μένει, του δρόμου που είναι απ’ έξω ή έστω του αυτοκινήτου που οδηγάει. Πόσο μάλλον του κόσμου όπου μένει συνολικά ώστε να κάνει κάτι (πραγματικά) για να τον αλλάξει. Οι άνθρωποι σήμερα ενδιαφέρονται κυρίως: «Να κάνουν τη δουλειά τους». Να κάνουν τη δουλειά τους, να τελειώνουν μ’ αυτήν και να πάνε παρακάτω, ακολουθώντας τον αγχωτικό ρυθμό της σύγχρονης ζωής.
Δεν είναι κανένα νέο πως ο καπιταλισμός σκοτώνει το πνεύμα δημιουργικότητας που κρύβει ο καθένας μέσα του και κάθε αισθητική για τον κόσμο. Κι όλα αυτά τα μνημεία, όλες αυτές οι επαναστάσεις, οι εφευρέσεις, οι μεγάλες στιγμές της ανθρωπότητας λιβανίζονται σήμερα μάλλον όχι μόνο επειδή κατάφεραν να επιβιώσουν μέσα στον χρόνο και είναι αξιοθαύμαστες γι αυτό. Είναι σαν η ανθρωπότητα να έχει αποδεχτεί σιωπηλά ότι δεν θα παράξει τίποτε άλλο.
Θα έλεγα ότι για να συμβούν ξανά πράγματα, για να έρθουν πάλι μέρες από εκείνες που μένουν στην ιστορία χρειάζεται οι άνθρωποι να είναι ανοιχτοί σε νέες ιδέες, είτε από αυτές που ακούν, είτε απ’ αυτές που φωτίζουν κάθε τόσο μέσα τους αλλά σπεύδουν να τις καταπνίξουν από μια έμφυτη πλέον ηττοπάθεια ότι οι ίδιοι δεν είναι ικανοί για τίποτα έξω από τη ρουτίνα τους και κάθε τι άλλο είναι δουλειά των ειδικών. Αυτές δεν είναι αόριστες διατυπώσεις κι ευχές. Αναφέρομαι σε κάθε συγκεκριμένη, “ακραία” ιδέα που θα ακούσει ο καθένας μέσα στην μέρα του και θα την αντιμετωπίσει ως παρωχημένη ή εξαρχής αδύνατη. Τίποτα στον κόσμο δεν είναι αδύνατο. Αδύνατο γίνεται μόνο ό,τι παραιτούμαστε από την προσπάθεια να δημιουργήσουμε.
Ο Έκτωρ Κουφοντίνας – Σωτηρόπουλος στο blogspot Ανυπότακτος.