Χωρίς την απόλυτη στήριξη του Ρωσικού λαού ο Πούτιν θα καταστεί άμεσα αναλώσιμος όταν κινηθεί εναντίον του σημερινού νομισματικού status quo γι’ αυτό και τέτοιου είδους ρήξεις προϋποθέτουν πραγματική δημοφιλή και συμπαγή σχέση μεταξύ ηγέτη και λαού.
Όπως είναι γνωστό η Βυζαντινή κληρονομιά επηρέασε σε μεγάλο βαθμό την Ρωσία με αποτέλεσμα μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς και ειδικότερα από τις αρχές του 16ου αιώνα οι Ρώσοι θεωρώντας ότι είναι οι μοναδικοί κληρονόμοι της βυζαντινής πνευματικής και πολιτικής παράδοσης να αναπτύξουν την θεωρία της ανασύστασης της.
Σύμφωνα με αυτή την θεωρία η Μόσχα θα είναι η Τρίτη Ρώμη δηλαδή θα είναι η Πόλη που θα αναβιώσει την Βυζαντινή πολιτική αλλά και πολιτιστική κληρονομιά που χάθηκε με την Άλωση.
Την θεωρία αυτή ενστερνίζεται πλέον και ο Ρώσος πρόεδρος Πούτιν χρησιμοποιώντας την ως βάση δημιουργίας μιας Ρωσίας που να έχει τα χαρακτηριστικά του Βυζαντίου.
Δηλαδή μιας υπερδύναμης που να έχει την δυνατότητα να καθορίζει εάν όχι την τύχη της ανθρωπότητας τις τύχες ενός μεγάλου τμήματος της.
Μια τέτοια ανασύσταση προϋποθέτει αυτονομία κινήσεων, κυρίως στον χρηματοπιστωτικό τομέα και για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι αφενός στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας και αφετέρου στην δυνατότητα του νομίσματος της Ρωσίας να λειτούργει ως αποθεματικό νόμισμα.
Δεν νοείται οικονομική υπερδύναμη χωρίς να ελέγχει την κεντρική της τράπεζα και χωρίς το νόμισμα της να είναι νόμισμα εμπορικής αναφοράς και για άλλα κράτη.
Σήμερα η Ρωσία δεν έχει αυτά τα χαρακτηριστικά και ως εκ τούτου η θεωρία περί Τρίτης Ρώμης μόνο ως αστείο μπορεί να ακούγεται.
Εκείνο που δεν χωρά αμφισβήτηση είναι ότι ένα μεγάλο τμήμα των χριστιανών ορθοδόξων έχει πειστεί ότι το σημερινό παγκόσμιο status quo μπορεί να αλλάξει μέσω της ισχυροποίησης της Ρωσίας του Πούτιν.
Για όλους αυτούς η συγκεκριμένη θεώρηση της πραγματικότητας δεν παρουσιάζεται ως μια φιλοσοφική προοπτική αλλά ως μια ισχυρή πεποίθηση. Θα επαναλάβουμε όμως ότι χωρίς χρηματοπιστωτική αυτονομία η μοίρα της Ρωσίας δεν μπορεί να αλλάξει όσες θεωρίες και εάν εξυφανθούν, όσες προσδοκίες και εάν υπάρχουν.
Η μεταβολή της Ρωσίας περνά απαραίτητα μέσα από ρήξεις.
Η πυγμή του Προέδρου Πούτιν όπως την βλέπουμε στο πολιτικό και στρατιωτικό πεδίο πρέπει να πάρει χαρακτηριστικά ρήξης με τη διεθνή νομισματική τάξη.
Δεν νοείται υπερδύναμη χωρίς τον απόλυτο έλεγχο του νομίσματος της.
Δεν μπορεί κάποια χώρα που θέλει να παίξει πραγματικά ισχυρό ρόλο στην παγκοσμία σκηνή να επαφίει την ποσότητα του χρήματος της στα συναλλαγματικά αποθέματα, ήτοι στις εξαγωγές της, ήτοι στις διαθέσεις των ανταγωνιστών της.
Δεν μπορεί η νομισματική και συναλλαγματική πολιτική της Ρωσίας να διέπεται από το καθεστώς επιτροπής συναλλάγματος που συναντούμε σε χώρες όπως η Αργεντινή, η Λιθουανία, οι Βερμούδες, η Αλβανία, το Τζιμπουτί, το Χονγκ-Κονγκ, κτλ.
Να θυμίσουμε ότι το καθεστώς επιτροπής συναλλάγματος χρησιμοποιήθηκε ευρέως στις Βρετανικές και Γαλλικές αποικίες του 19ου και 20ου αιώνα και καταργήθηκε στις περισσότερες περιπτώσεις όταν αυτές οι αποικίες απέκτησαν την ανεξαρτησία τους.
Αντέχει η πολιτική αξιοπρέπεια του Πούτιν να έχει η Ρωσία νομισματικά πλαίσια που χαρακτηρίζουν τις αποικίες;
Πιστεύουμε πως όχι, παρά τις όποιες δυσκολίες η Ρωσία και ο Πούτιν δεν αντέχουν τέτοιες εκκρεμότητας που έρχονται από τις αρχές του 20ου αιώνα.
Τα οικονομικά αντίποινα της δύσης μετά την επέμβαση της Ρωσίας στην Κριμαία έχουν μεταβάλει προς τα χείρω τα θεμελιώδη μεγέθη της Ρωσικής οικονομίας ενώ οι επιθέσεις κατά του νομίσματος έχουν τραυματίσει σε μεγάλο βαθμό του Ρούβλι.
Από τις αρχές Μαρτίου 2014 οπότε και ξεκίνησε η παρέμβαση στην Κριμαία το ρωσικό νόμισμα έχει υποτιμηθεί κατά 44,54% αφού τότε αντιστοιχούσαν 36,05 ρούβλια ανά δολάριο, για να φτάσουμε στιας αρχές του 2016 στα 80 ρούβλια ανά δολάριο, ενώ πλέον τέλη της άνοιξης μιλούμε για 65 ρούβλια ανά δολάριο.
Η Κριμαία ως χώρος αντιπαράθεσης δεν έχει καλή προϊστορία για την Ρωσία.
Να θυμίσουμε τον Κριμαϊκό πόλεμο (1853-1856) με αφορμή την διαμάχη ορθοδόξων – καθολικών για τον έλεγχο των αγίων τόπων στην Ιερουσαλήμ όπου στην αρχική διαμάχη Ρωσίας – Γαλλίας ακολούθησε γενικευμένη σύρραξη με την συμμετοχή Αγγλίας, Τουρκίας και Αυστρίας στο αντιρωσικό στρατόπεδο και τέλειωσε με ήττα της Ρωσίας η οποία υποχρεώθηκε να παραχωρήσει ορισμένα εδάφη με το διεθνές κυρός της να μειώνεται σημαντικά.
O σημερινός συνασπισμός της Δύσης κατά της Ρωσίας είναι πιο ισχυρός από τον πολεμικό της εποχής του 1853 διότι σήμερα τα μέσα που έχει η Δύση είναι απείρως ισχυρότερα.
Το νομισματικό και συναλλαγματικό οπλοστάσιο της Δύσης είναι απείρως ισχυρότερο από κάθε πολεμική μηχανή ακόμη και πυρηνική.
Αθόρυβα εξαθλιώνει λαούς και εξίσου αθόρυβα ταπεινώνει ηγέτες.
Στις σημερινές συνθήκες ο οικονομικός αποκλεισμός σαφέστατα προσδιορίζει και το ύψος των συναλλαγματικών διαθεσίμων και άρα της ποσότητας χρήματος που κυκλοφορεί.
Εφόσον η Ρωσία παράγει τόσα Ρούβλια όσα και τα συναλλαγματικά της αποθέματα ο οικονομικός πόλεμος είναι αναμενόμενο να στραγγαλίζει την οικονομία της και να συνθλιβεί αργά αλλά σταθερά το βιοτικό επίπεδο των Ρώσων πολιτών.
Εάν οι ιστορικές πηγές είναι ακριβείς το 2016 είναι το έτος που ο πρόεδρος Πούτιν μπορεί να αλλάξει του ρου της ιστορίας, διότι κατά το τρέχον έτος τελειώνει το συμβόλαιο που σύναψαν οι Rothschild με το Ρωσικό κράτος το 1917 για το έλεγχο της κεντρικής τράπεζας με όρους που δεν συνάδουν σε κράτος που θέλει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο.
Όμως οι κομμουνιστές προκειμένου να βρεθούν στην εξουσία δανείστηκαν χρήματα βάζοντας ως υποθήκη την ελευθέρια της χώρας τους δεδομένου ότι όποιος ελέγχει την κεντρική τράπεζα, όποιος ελέγχει την έκδοση του χρήματος ελέγχει και την χώρα.
Ο Λένιν και οι σύντροφοι του στην κυριολεξία χρησιμοποιήθηκαν από το κεφάλαιο της εποχής εκείνης για να ανατρέψουν την τσαρική εκδοχή της έκδοσης νομίσματος.
Οι Rothschild ίδρυσαν μέσω του ‘επαναστάτη’ Λένιν μια κεντρική τράπεζα στα μέτρα του διεθνούς κεφαλαίου, λογικό αφού η χρηματοδότηση της επανάστασης τους έγινε τους Rothschild.
Στην ουσία το κουμμουνιστικό πείραμα της περιόδου 1917-1989 χρηματοδοτήθηκε από το κερδοσκοπικό κεφάλαιο και πήρε τέλος όταν έληξε η χρησιμότητα του.
Αυτός είναι και ο λόγος της άμεσης και ειρηνικής κατάρρευσης του.
Στην βάση αυτή ο πρόεδρος Πούτιν έχει την δυνατότητα πέρα από τον έλεγχο των νόμων και της νομοθετικής εξουσίας να προχωρήσει μέσω της εθνικοποίησης της κεντρικής τράπεζας και στο έλεγχο του νομίσματος του.
Ασκώντας την δική του νομισματική πολιτική θα έχει κάνει το μεγάλο βήμα για την μετατροπή της Ρωσίας σε πραγματική υπερδύναμη.
Η Τρίτη Ρώμη περνά μέσα από τέτοιου βεληνεκούς ρήξεις οι οποίες όμως είναι ρήξεις τεράστιου κόστους, προσωπικού αλλά και πολιτικού για όποιον τις αποτολμήσει.
Χωρίς την απόλυτη στήριξη του Ρωσικού λαού ο Πούτιν θα καταστεί άμεσα αναλώσιμος όταν κινηθεί εναντίων του σημερινού νομισματικού status quo γι’αυτό και τέτοιου είδους ρήξεις προϋποθέτουν πραγματική δημοφιλή και συμπαγή σχέση μεταξύ ηγέτη και λαού.
Με την εθνικοποίηση της κεντρικής του τράπεζας, με το έλεγχο της νομισματικής πολιτικής η χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας θα έχει μόνο ένα αφεντικό, τον πληθωρισμό και κανέναν άλλο όσο περίεργο και εάν φαίνεται.
Η κάλυψη των δαπανών του προϋπολογισμού με κόψιμο νέου χρήματος θα προσκρούει στην απώλεια της ανταγωνιστικότητας μέσω της ανόδου των τιμών που θα έχει προηγηθεί.
Όμως η ανάκτηση της ελευθερίας θα είναι γεγονός και μαζί της θα είναι γεγονός και η νέα διεθνή νομισματική τάξη.
Το εγχείρημα είναι από δύσκολο έως ανέφικτο, ειδικά όταν όλα επαφίενται σε ένα και μόνο άτομο , έστω και εάν το άτομο αυτό είναι ο Πούτιν.
Όμως ο Παρθενώνας και η κάθε νέα Ρώμη δεν χτίζονται από συνηθισμένους ανθρώπους αλλά από ανθρώπους με έντονα τα χαρακτηριστικά της υπεραξίας.
Ο Σαράντος Λέκκας στο Analyst.gr