spoiler δεύτερου κύκλου
Περίληψη προηγούμενων επεισοδίων δεύτερου κύκλου
Ο Ορέστης έχει επιστρέψει στο νησί. Ανοίγει ένα ωδείο. Η Κλέλια τον αποφεύγει για δύο επεισόδια και συνεχίζει τη σχέση της με τον ξενέρωτο συνομήλικό της. Όμως μοιραία κι αναπότρεπτα υποκύπτει στην ώριμη γοητεία του μπούμερ. Κάνουν έρωτα στο καινούριο του αυτοκίνητο, ένα autobianchi. Η Κλέλια του εξομολογείται ότι έχει πειραματιστεί σεξουαλικά και με κορίτσια. Ο Ορέστης δεν φαίνεται να χαλιέται.
Ο καινούριος εχθρός του Ορέστη στους Παξούς είναι ένας σκληρός μπάτσος, ο Χάρης Χολίδης.
Ο Χολίδης ήταν ντετέκτιβ στο Τμήμα Ανθρωποκτονιών, περιβόητος για τις αντιδεοντολογικές μεθόδους του και τους τόνους Jim Beam που κατέβαζε. Όταν η Βελγική Μαφία απαγάγει την κόρη του εκείνος είναι πολύ λιώμα για να βοηθήσει· τη σκοτώνουν.
Για να γλιτώσει απ’ τους δαίμονές του γράφεται στους Ανώνυμους Αλκοολικούς και ζητάει μετάθεση στους Παξούς. Συγκρούεται απ’ την πρώτη μέρα με τον Ορέστη, γιατί η κόρη του Χάρη Χολίδη ήταν 19 χρονών· του προκαλεί απέχθεια η σχέση του πενηντάχρονου με τη νεαρή.
Ο Σκαρπέτι, ο γιος του Ιταλού μαφιόζου, πιέζει τον Δήμαρχο να πουλάνε ηρωίνη. Εκείνος αρνείται. Ο Σκαρπέτι στέλνει τους άντρες του στους Παξούς.
Σκοτώνουν τη Χάρις (Καθώς ψυχορραγεί ακούγεται απ’ ραδιόφωνο το τραγούδι: «Μία είναι η ουσία». Σιγοτραγουδά κι εκείνη: “Στο μεθύσι σου επάνω να μαχαίρωνες το Χάρο! ΝΑΙ!” – και πεθαίνει χαμογελαστή).
Ο Σκαρπέτι απαγάγει την Κλέλια και την κρατάει όμηρο στο ιδιωτικό νησί του Ρώσου ολιγάρχη, στον Σκορπιό. Η αστυνομία δεν μπορεί να παρέμβει.
Ο Ορέστης ζητάει τη βοήθεια του Χολίδη. Εκείνος τον διαολοστέλνει. Ο Ορέστης έχει χάσει κάθε ελπίδα όταν…)
Επεισόδιο 6
Ο Ορέστης είναι στο σπίτι του και μιλάει στο ΖΟΟΜ με την πρώην του. Εκείνη του δείχνει το μωρό τους, που κάνει φούσκες με τα σάλια του. Ο Ορέστης δεν δίνει σημασία.
«Κοίτα! Έχει τα μάτια σου», του λέει η Αλέξανδρα.
«Ναι, ναι…»
«Δεν είναι πολύ όμορφος;»
«Χμμ, ναι…»
«Πάλι αυτή σκέφτεσαι; Δεν βαρέθηκες να τσιλιμπουρδίζεις;»
«Και τι θες να σκέφτομαι δηλαδή;»
«Το παιδί σου!»
«Είναι ένα χαζό μωρό. Ούτε που μιλάει!»
«Μα είναι έξι μηνών! Ορέστη, πρέπει να γυρίσεις, το παιδί πρέπει να έχει πατέρα».
«Αγόρασε έναν, τόσα λεφτά έχεις!» της λέει ο Ορέστης και κλείνει το λάπτοπ.
Πηγαίνει στο ψυγείο και βάζει ροζέ κρασί. Το πίνει μονορούφι. Βάζει κι άλλο. Ακούγεται χτύπημα στην πόρτα. Πάει κι ανοίγει. Είναι ο Χάρης Χολίδης.
«Τι θες, μπάτσε;» του λέει ο Ορέστης.
«Κόψε τις μαλακίες», λέει ο Χάρης και μπαίνει μέσα. Κάθεται στο τραπέζι.
«Πάλι πίνεις δηλητήρια;» λέει ο Χολίδης και βγάζει απ’ το τσεπάκι της στολής ένα πιπάκι με λογότυπο NETFLIX. Καπνίζει κάνναβη.
«Αυτό απαγορεύεται», του λέει ο Ορέστης.
«Όχι για πολύ… Ο Ανδρουλάκης υποσχέθηκε να το νομιμοποιήσει τώρα που βγήκε».
«Κι ο άλλος υποσχόταν πως υπάρχουν λεφτά. Τι περιμένεις από Πασόκους;»
Ο Χάρης πνίγεται με τον καπνό.
«Λοιπόν, άσε τα πολιτικά. Γι’ άλλο ήρθα… Θα σε βοηθήσω με τη μικρή».
«Πώς κι έτσι; Νόμιζα πως δεν σου καίγεται καρφί για τίποτα.»
Ο Χάρης κοιτάζει τον τοίχο και μιλάει.
«Ίδια ηλικία ήταν κι η Ρεβέκκα… Εκείνη την άφησα να χαθεί, ήμουν τόσο κομμάτια. Δεν θα ξανακάνω το ίδιο λάθος».
«Άργησες. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα», λέει ο Ορέστης και πίνει απ’ το κρασί του.
«ΑΡΧΙΔΙΑ!» κάνει ο μπάτσος και κοπανάει το τραπέζι. Σηκώνεται, πιάνει το μπουκάλι και το πετάει στον τοίχο.
«Την αγαπάς, ρε μαλάκα;» του λέει ο μπάτσος.
«Την αγαπώ σαν… κόρη μου.»
«Εντάξει, αυτό δεν ακούγεται πολύ… νορμάλ.»
«Ναι, ναι, την αγαπώ αλλιώς… Πιο πολύ κι απ’ τη μουσική», λέει ο Ορέστης κοιτώντας ψηλά.
«Αρχίδια καπαμά… Πού την έχουν, ξέρεις;»
Ο Ορέστης ανοίγει το Google Earth και του δείχνει όλα τα σημεία που έχει μαρκάρει. Έχουν την Κλέλια κλειδωμένη σ’ έναν πύργο, στη βασική κατοικία του Ρώσου ολιγάρχη.
«Ξέρεις πώς τον λένε αυτόν τον πύργο οι Ρώσοι; Άαδ!» λέει ο Ορέστης στα ρώσικα. «Ξέρεις τι σημαίνει;» Κάνει μια δραματική παύση. «Κόλαση!»
Ο Χάρης σηκώνεται όρθιος και γελάει.
«Κόλαση; Ήρθε η ώρα να γνωρίσουν και τον Άι Γιώργη!»
Βγάζει απ’ το πλευρό του ένα όπλο, ένα Glock 17άρι.
«Βοήθεια μας!» κάνει ο Ορέστης.
«Μαζί και την κολλητή του». Βγάζει απ’ την άλλη μεριά μια Μπερέτα 92. «Πες γεια στην Μπουμπουλίνα».
Στέκεται με τα δύο περίστροφα στο χέρι και το πιπάκι το στόμα.
«Δηλαδή θες να μπούμε με τα όπλα;» λέει ο Ορέστης.
«Και με τι να μπούμε; Με τα βιολιά; Έλα έξω, ρε φλώρε!»
Βγαίνουν στην αυλή και στήνει μερικά άδεια μπουκάλια στον τοίχο. Του δίνει την Μπουμπουλίνα. Ο Ορέστης την κρατάει σαν να είναι φίδι.
«Δεν έχεις πυροβολήσει ξανά;»
«Καλλιτέχνης είμαι, δεν είμαι χρυσαυγίτης».
«Στρατό δεν πήγες; Γιωτάς ήσουν, ρε ψόφιε;»
«Πήγα!» κάνει ο Ορέστης. Κοιτάζει κάτω. «Ήμουν στην μπάντα». Κάνει παντομίμα ότι έπαιζε πνευστό.
«Ωραία! Θα πάμε στην Κόλαση και θα τους παίζεις τρομπόνι. Ρίξε!»
Ο Ορέστης σημαδεύει. Κλείνει τα μάτια, πατάει τη σκανδάλη, δεν γίνεται τίποτα. Ανοίγει τα μάτια. Ο Χάρης του κάνει νόημα να βγάλει την ασφάλεια. Το κάνει και ρίχνει. Πετυχαίνει το δέντρο, δύο μέτρα πιο πάνω.
«Στο γάμο του Καραγκιόζη ρίχνεις;»
«Κάνει θόρυβο», λέει ο Ορέστης.
«Ναι, θα σου πειραχτούν τ’ αυτάκια σου. Τι νόμιζες ότι είναι; Στρακαστρούκες;»
«Τι θυμήθηκες τώρα!» κάνει ο Ορέστης. «Θυμάσαι και τα άλλα που τ’ ανάβαμε, πετούσαν σπίθες και γυρνούσαν γύρω γύρω; Πίναμε νερό απ’ το λάστιχο τότε, παίζαμε μπάλα στην αλάνα.»
«Ρίξε, ρε μπούμερ».
Ο Ορέστης σημαδεύει, αλλά δεν πυροβολάει. Σκέφτεται κάτι.
«Τι είπες πιο πριν;»
«Ότι είσαι μπούμερ.»
«Όχι, όχι, πιο πριν…»
Κατεβάζει το όπλο κι αρχίζει να περπατάει και να σκέφτεται. Ο Χάρης καπνίζει το πιπάκι του.
«Εύρηκα!» φωνάζει ο Ορέστης και γυρνάει προς τον μπάτσο. Κατά λάθος πατάει τη σκανδάλη και η σφαίρα σκάει δίπλα στα πόδια του Χάρη.
«Ω, να σου γαμήσω…» κάνει ο Χάρτης και του παίρνει την Μπουμπουλίνα.
«Συγνώμη… Πώς μπήκαν οι Έλληνες στην Τροία;» λέει ο Ορέστης.
«Με τον Μπραντ Πητ;» Γελάει μόνος του. «Δηλαδή τι σκέφτηκες; Να κάνουμε Δούρειο Ίππο;»
«Όχι! Και δεν το σκέφτηκα εγώ, εσύ το σκέφτηκες. Trojan virus, ένα απ’ τους πιο συνηθισμένους ιούς στους υπολογιστές. Προχθές κατέβασα παράνομα ένα τραγούδι του Χατζιδάκι κι είχε τον τρόουζαν… Έλα!»
Μπαίνουν μέσα κι ανοίγει το λάπτοπ. Του δείχνει μια σελίδα. Στις 15 Ιουλίου, την επομένη, είναι η ονομαστική εορτή του Βλαδίμηρου. Στον Σκορπιό θα γίνει μεγάλη δεξίωση.
«Κατάλαβες ποιον Βλαδίμηρο περιμένουν;»
«…Τον Πούτιν;»
«Δεν το λένε, αλλά… ΝΑΙ! Θα πάμε και θα παίξουμε τρομπόνι για τον Πούτιν!» φωνάζει ο Ορέστης. Βλέπει την απορία του αστυνομικού. «Δεν καταλαβαίνεις; Θα πάμε ως μουσικοί!»
Ανοίγει καινούριο μπουκάλι κρασί. Ο Χάρης αφήνει τον Άι Γιώργη και την Μπουμπουλίνα στον πάγκο.
«Ξέρεις να παίζεις κάποιο όργανο;» λέει ο Ορέστης.
«Ναι. Μπουζούκι».
«Αλήθεια;»
«Όχι… Πόσο μαλάκας είσαι; Δεν το ξέρεις; Ο μπάτσος είναι όργανο. Το μπουζούκι είναι όργανο. Οπότε ο μπάτσος είναι…»
«Μπουζούκι, οκέι… Να τραγουδάς τότε… Όλοι οι άνθρωποι μπορούν να τραγουδήσουν. Τόσα τάλεντ σόου έχουν γίνει. Περίμενε!»
Ο Ορέστης πιάνει μια κιθάρα.
«Τι μουσική ακούς;» ρωτάει τον Χολίδη.
«Πανκ».
«Αλήθεια τώρα;»
«Τι; Δεν γεννήθηκα μπάτσος».
«Οκέι. Sex Pistols ξέρεις;»
«Απέξω όλο το Nevermind the bollocks».
«Ωραία… Πάμε το God save the queen».
Ο Ορέστης ξεκινάει να παίζει με την κλασική -και σιγοντάρει στη φωνή. Ο Χάρης προσπαθεί να τραγουδήσει, αλλά είναι εντελώς παράφωνος. Το παλεύουν για λίγο. Τελικά ο Ορέστης εγκαταλείπει.
«Δεν θα το πίστευα ότι μπορεί κάποιος να φαλτσάρει στους Πίστολς… Σκατά!»
Ο μπάτσος κοιτάζει τριγύρω. Πιάνει δυο μαράκες που είναι παρατημένες παραδίπλα.
«Μπορώ να παίζω αυτά», λέει και κουνάει τις μαράκες.
«Και ποιοι θα πούμε ότι είμαστε; Οι αδελφοί Κατσάμπα; Ή το τρίο Λος Πάντσος; Δεν είμαστε καν… Περίμενε, το βρήκα! Πρέπει να γίνουμε τρίο.»
Παίρνει τηλέφωνο. Ακούγεται να μιλάει. Να λέει σε κάποιον ότι χρειάζεται τη βοήθειά του. Το κλείνει.
«Έρχεται βοήθεια».
Πίνουν για λίγο τα ποτά τους. Περιμένουν. Ο μπάτσος ανοίγει το σακίδιο του. Βγάζει μισό κασκόλ και βελόνες πλεξίματος. Αρχίζει να πλέκει.
«Με ηρεμεί», απολογείται στον Ορέστη.
«Δεν είπα κάτι».
«Κι ο Ράσελ Κρόου πλέκει… Ξέρεις, ο Μονομάχος».
Ο Ορέστης ξεφυσάει. Αδειάζει το ποτήρι του και ζητάει μια τζούρα από τη φούντα.
Μετά από λίγο ακούγεται μηχανάκι απέξω. Ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ο Αντώνης, ο αδελφός της Κλέλιας. Είναι χαρούμενος, αλλά το χαμόγελό του σβήνει σαν βλέπει τον Χάρη. Είναι εχθροί απ’ την πρώτη στιγμή που πάτησε στο νησί.
«Τι το θες το γουρούνι;» λέει στον Ορέστη.
Ο Χάρης σηκώνεται.
«Τον πούστη θα πάρουμε μαζί;»
«Καλύτερα πούστης, παρά φασίστας!» Φτύνει στα πόδια του.
«Παιδιά, χαλαρώστε, ήρεμα… Αντώνη, ο φασίστας ξέρει από όπλα… Χάρη, ο πούστης ξέρει να τραγουδάει… Πρέπει να συμβιώσετε για λίγο, η Κλέλια σας χρειάζεται και τους δυο».
Κατεβάζουν κι οι δύο το κεφάλι. Ο Χάρης κάνει μια τζούρα απ’ την πίπα της ειρήνης.
«Τι πίνεις;» λέει ο Αντώνης.
Ο Χάρης του δίνει. Ο Αντώνης τραβάει τζούρα.
«Γαμάτο!»
«Καλαματιανό», κάνει ο Χάρης.
«Το γαμήδι, οι μπάτσοι καπνίζουν τα καλύτερα».
Κάνει άλλη μια τζούρα και κάθεται κάτω.
«Λοιπόν, παιδιά», λέει ο Ορέστης ενθουσιασμένος. «Είμαστε η ομάδα διάσωσης. Θα μπουκάρουμε και θα σώσουμε τη δεσποσύνη απ’ τους κωλορώσους.»
Κοιτιούνται μεταξύ τους, να πάρουν θάρρος. Απογοητεύονται.
«Για ομάδα αυτοκτονίας μου μοιάζει», λέει ο Αντώνης.
«Λάθος καιρό διάλεξα να κόψω το ποτό», λέει ο Χάρης.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ;
Το άνωθεν κείμενο είναι προϊόν μυθοπλασίας και σάτιρας και καμία σχέση δεν έχει με την τηλεοπτική σειρά του MEGA, τον υπέροχο Χριστόφορο Παπακαλιάτη, που μοιάζει έφηβος -ούτε και με τον Jo Nesbo.
Ο υποφαινόμενος Γελωτοποιός δεν γνωρίζει τίποτα για την Ιταλική Μαφία -ούτε για τη Βελγική Μαφία.
Το κείμενο δεν προωθεί τις παράνομες ουσίες ούτε υποστηρίζει το ΠΑΣΟΚ.