Το οντολογικό τέλος της ιστορικής αριστεράς και νεο-αριστεράς..
Αυτό που δεν είναι κατανοητό από τους περισσότερους “φίλους του λαού” είναι πως ό,τι έχει σημασία για τον ίδιο τον λαό (ή τον καθημερινό “άσημο” άνθρωπο που είναι συνήθως ένας μισθωτός, ένας φτωχός ή ένας μικροαστός) είναι ένα απόλυτο.
Το απόλυτο δεν είναι αναγκαία (στις “περιπτώσεις” μας αυτές) μια ιδεολογία, ένα όραμα ή κάποια παρηγορητική οντολογία.
Θα μπορούσε να είναι όλα αυτά ή μάλλον και όλα αυτά ή και ένα από αυτά, αλλά δεν θα συντελούνταν η απολυτοκρατική προοπτική της προσδοκίας του απολύτου αν δεν εκπλήρωνε θεμελιακές λειτουργίες της ίδιας της ζωής αυτών των ανθρώπων.
Θεμελιακή λειτουργία σε έναν άνθρωπο είναι και ό,τι αφορά μία ή δύο το πολύ στιγμές της ζωής του και όχι ό,τι “σέρνεται” μαζί του κάθε μέρα.
Αλλά και ό,τι “σέρνεται” μαζί του κάθε μέρα έχει ένα νόημα αν “οδηγεί” τον φορέα και κουβαλητή του σε ένα ύψιστης σημασίας σημείο της συνολικής του ύπαρξης.
Είναι βέβαια σημαντικό να ρωτήσουμε: έχει κάποιο πραγματικό νόημα αυτή η σπάνια σημειακή πραγματικότητα;
Σύμφωνα με τους ιδεολόγους των δεκαετιών του ΄60 και του ’70 η μη διάχυση ουσιαστικών κορυφώσεων της ύπαρξης στην καθημερινότητα έχει ως αποτέλεσμα ένα είδος, ας πούμε, υπεραναπληρωτικής αλλοτριωτικής υπερ-κορύφωσης που είναι στην πραγματικότητα (τις περισσότερες φορές) κάλπικη, κίβδηλη ή κενή περιεχομένου.
Αυτή η οπτική είναι προέκταση της τυπικής ανθρωποκεντρικής οντολογίας που έχει ως χαρακτηριστικότερο και διαυγέστερο εκπρόσωπό της τον Λ. Φόϋερμπαχ, αλλά έχει και αρκετούς άλλους εκπροσώπους που προηγούνται και έπονται αυτού.
Η κάποιος δέχεται αυτή την οπτική ή δεν την δέχεται.
Σαφώς και δεν υπάρχει κάποια απόλυτη ξένωση μεταξύ αυτής της οπτικής και της άλλης (αντίθετης) που επικεντρώνει στην σπανιότητα και την μοναδικότητα της υπαρκτικής πλήρωσης του ανθρώπου.
Κατά την δική μου θέση υπερισχύει η αλήθεια της σπάνιας σημειακότητας της ανθρώπινης κορύφωσης και αυτό επιβεβαιώνεται νομίζω από την γρήγορη και άσχημη πτώση της προσπάθειας (μαζικής) καθημερινοποίησης του απόλυτου που ως αξία και προοπτική σημαίνει, όπως είδαμε, το νοηματικό έκφρασμα της ανθρώπινης κορύφωσης ή της επιθυμίας της.
Βέβαια, είναι αλήθεια πως η λειτουργία της απόλυτης υπαρκτικής προοπτικής πλέκεται εύκολα με τις υπεραναπληρωτικές λειτουργίες που δημιουργεί ένα ταξικό και άδικο σύστημα και ως τέτοια (αλλοτριωνόμενη) λειτουργία παραμένει ισχυρή και στον καπιταλισμό.
Θα έπρεπε όμως να προβληματίζει περισσότερο το γεγονός πως η κυρίαρχη ιδεολογία του καπιταλισμού-καταναλωτισμού έχει επενδύσει πολλά στην ένωση της υπεραναπληρωτικής αλλοτρίωσης με την μαζική καθημερινοποίηση του απόλυτου.
Με αυτή την έννοια όλος ο Μάης του ΄68 δια της λειψής πραγμάτωσης των αξιών του έχασε και τον πυρήνα τους με απόλυτη όμως ευθύνη “του”.
Η μαζική καθημερινοποίηση του απόλυτου, η παραβίαση της ιερότητας της υπαρκτικής σπανιότητας μετετράπει γοργά σε ένα εφιαλτικό φωτοστέφανο της κανιβαλλικής κενότητας, της άμεσης κατανάλωσης της χρονικής ουσίας της ανθρώπινης ύπαρξης. Και όταν γοργά παραβιάστηκε το μέτρο της ανθρώπινης (και εργαζόμενης) υπαρκτικότητας, αλλά τώρα από την αντίθετη φορά, πάλι γοργά ο καπιταλισμός έφτιαξε την νέα γιορτή του. Απόλυτο για όλους, οράματα για όλους, σπανιότητα και νόημα για όλους, σε καθημερινή και διαρκή βάση.
Ένας κόσμος όπου η εμμένεια και ο παροντισμός έχουν γίνει τα οχήματα όχι μόνον του μαζικού εμπορεύματος, όχι μόνον (τα ίδια) μαζικά εμπορεύματα παγκόσμιας εμβέλειας, αλλά (έχουν γίνει) και η κεντρική είσοδος στην πλήρη καταστροφή της ψυχικής συνοχής ολόκληρων “πληθυσμών” της (στρεβλά) ενοποιημένης ανθρωπότητας.
Ο παγκοσμιοποιημένος (ύστερος) καπιταλισμός είναι εκτός από ένα τυπικό εκμεταλλευτικό σύστημα και ένα σύστημα μαζικού αποπροσανατολισμού της αξιακής και νοηματικής δομής του εργαζόμενου υποκειμένου, αλλά “από τα μέσα” με έναν ιδιαίτερο και πολύ επιτυχημένο τρόπο που υπερβαίνει σε δύναμη τους προηγούμενους (ιδεολογικούς ή θρησκευτικούς) τρόπους.
Το σημαντικό είναι εδώ να επαναλάβουμε το εξής:
Αυτός ο μετασχηματισμός του (δυτικού κυρίως) καπιταλισμού σε ολοκληρωτικά εσωτερικευμένο σύστημα έγινε και με την βοήθεια και την συνεργασία της “νέας αριστεράς” και όχι μόνον στην φάση της μεταγενέστερης εξομωσίας και συνεργασίας της με το ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο ή το δυτικό υπερ-εθνοκράτος.
Πως ορίζεται σήμερα το πλαίσιο των δυνατοτήτων μιας επιστροφής της ουσιαστικής απολυτοκρατίας, άρα και της επαναστατικής πίστης;
Από τα προηγούμενα φαίνεται νομίζω η δική μου ταπεινή άποψη που προϋποθέτει την πλήρη οντολογική μεταστροφή των επαναστατών σε σχέση με τις ανθρωποκεντρικές τους ιδεολογίες και ιδεοληψίες, χωρίς αυτό να σημαίνει σε καμία περίπτωση απαραίτητα υπέρβαση ντε και καλά του μαρξισμού ή όποιας άλλης επαναστατικής παράδοσης.
Το υπόβαθρο της παρακμής είναι ανθρωπολογικό και έχει ρίζες στα βαθιά εδάφη της δυτικής σκέψης και νοοτροπίας που όμως δεν είναι απλά ένας γεωπολιτισμικός τροπισμός ή μια κοσμοθεωρητική ιδιαιτερότητα αλλά συντονίζεται με τις δυναμικές της κυριαρχίας της τεχνικής (και όχι μόνον καπιταλιστικής).
Η τεχνική (που είναι κάτι διάφορον από την εργαλειακότητα, εφόσον ενσωματώνει και συστημοποιεί την “ορθολογικότητα”, αυτονομώντας την από την κοινωνική χρονικότητα) περιέχει δυνατότητες ελέγχου της φύσης και του ανθρώπου σε ένα πλαίσιο παροντικότητας και παροντοποίησης που θα εξετάσουμε σχηματικά σε επόμενες δημοσιεύσεις μας.
Αυτό που επισημαίνουμε σύντομα, εδώ, είναι πως μία από τις δυνατότητες της τεχνικής είναι η καταστροφή της διαδοχής ως ουσίας της χρονικότητας και ως ουσίας της διάρκειας και της συνέχειας κάθε σημαντικού γεγονότος “εντός” του χρόνου με τον χρόνο ως συνέχεια.
Ενώ λοιπόν η ούτως ειπείν φυσική ανθρώπινη χρονικότητα περιέχει ως οργανικό μέρος της την σημειακή σπανιότητα (ή σπάνια σημειακότητα) και δεν την ξεχωρίζει με ένα χάσμα, η τεχνική (τεχνικο-ορθολογική) σκέψη (που δεν σχετίζεται μόνον με αυτό το υπόβαθρο που ονομάζουμε σήμερα τεχνική) εγκαθιδρύει σιγά σιγά και καθιερώνει με φοβερή ένταση και δύναμη την α-συνέχεια της χρονικότητας και την ειδική έννοια της σπανιότητας και εξαιρετικότητας των συμβάντων “εντός” της.
Αντίθετα από τα γενικώς αριστερά και μοντερνιστικά (και ρωμαντικά) παραδεδομένα θέσφατα η α-συνέχεια είναι περισσότερο προϊόν της τεχνικο-ορθολογικής σκέψης και κοσμοθεωρίας (και ανθρωπολογίας) και όχι της κριτικής απέναντί της.
Η υποτιθέμενη απομαγευτική λειτουργία της τεχνοκρατίας και των ορθολογιστικών κοσμοθεάσεων απέναντι στον μεγάλο (παραδοσιακό) χρόνο με τον τρόπο του εξελικτικού και τεχνικο-ορθολογικού “Συνεχούς” είναι ένας μύθος που δείχνει την αμηχανία των προοδευτικών (ενίοτε φερόμενων ως “αντι-προοδευτικών”) στοχαστών απέναντι στο προφανές ότι η τεχνοκρατία και ο ορθολογισμός διαλύουν το συνεχές με το α-συνεχές και αποσπασματικό στην ανθρωπολογική επιφάνεια αλλά και στο οντολογικό βάθος.
Ακόμα κι αν θεωρήσουμε την ανθρωπολογική επιφάνεια ως επιφαινόμενο της δομής (ο δυτικοφασισμός του δομισμού) θα δούμε πως και το οντολογικό βάθος της νεωτερικότητας (ας πούμε το σύνολο των υψηλών τεχνικο-επιστημονικών και αισθητικο-νοηματικών δραστηριοτήτων των ανώτερων ελίτ) είναι ένα σπασμένο πράγμα, ένα σύνολο ολοένα και περισσότερο απομακρυνόμενων μεταξύ τους θραυσμάτων.
Από ό,τι έχω διαπιστώσει με τα ίδια τα νοητικά μάτια μου μόνον οι αστροφυσικές θεωρίες των θεωρητικών φυσικών έχουν τα φόντα να παρουσιάσουν μιαν ολική εικόνα του όντος. Δεν έχουν δε παρουσιαστεί σοβαρές και συνεκτικές επαναφορτίσεις των άλλων επιστημονικών προγραμμάτων από αυτές τις καινοφανείς κοσμολογικές θεωρίες.
Η επιθυμούμενη ενότητα του αντικειμένου και του επιστημονικού ή αισθητικού (άρα και πολιτικού) υποκειμένου κάθε μέρα ακούγεται όλο και περισσότερο ως ουτοπία. Αυτό δίνει χαρά στους χαρωπούς φιλελεύθερους ή σε ένα νεοκαντιανό ή και νεο-νιτσεϊκό ακροατήριο της ύπαρξης αλλά για τον “καθημερινό” (εργαζόμενο.. ή άνεργο) άνθρωπο σημαίνει προανάκρουσμα τελικού θανάτου.
Ένας χαοτικός κόσμος χωρίς οντολογική συνοχή θεωρείται επαναστατικός κόσμος και μάλιστα επιθυμούμενος ελευθεριακός κόσμος μόνον από περιπλανώμενους σε πλατείες και περιοχές το πολύ ενός τετραγωνικού χιλιομέτρου ή σε αναγνώστες των περιπλανήσεων του Ντεμπόρ σε ανάλογες εκτάσεις.
Θα το ξαναπώ από εδώ:
Οι εξηνταοχτωμάηδες είναι τα ιδεολογικά πτώματα εκείνα που κατηγορούν τους μισοζώντανους ότι δεν ζούνε και γι’ αυτό συνηγορούν στις εξολοθρεύσεις των καθημερινών ανθρώπων (των “μικροαστών”), με ανόητη κακία που πραγματικά εκπλήσσει όχι με την ένταση της κακίας αλλά με την ένταση της ανοησίας της (ή αλλιώς μαλακίας).
Υστερόγραφο
Ο αντι-Πλατωνισμός της “αμφισβήτησης” μετατρέπεται τελικά σε ένα είδος κυρίαρχης ιδεολογίας και θεάματος με πρώτα θύματα τους θιασώτες του..