Ο τρόπος που μεθοδεύτηκε η έκπτωση του Σ. Κασσελάκη είναι βαθιά προβληματικός και θα τον βρούμε μπροστά μας στην επόμενη στροφή -δε μιλάω από νομικής σκοπιάς, δεν ξέρω καν αν υφίσταται θέμα νομικά, πολιτικά όμως υφίσταται τεράστιο θέμα. Είναι ταυτόχρονα και συνεπής με τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ περίπου την τελευταία δεκαετία, ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα (σήμα κατατεθέν του Τσίπρα, από τη συγκυβέρνηση με τους ΑνΕλ, στην ανοχή του φράχτη στον Έβρο, ομοτρανσφοβικών απόψεων κ.λπ.), και βέβαια συνεπής και με την προφανή αδυναμία των στελεχών του να μάθουν από τα λάθη του παρελθόντος (ή τέλος πάντων για να το θέσω και ρεαλιστικά, ακόμη και να αναγνωρίσουν ότι έχουν γίνει λάθη ή να ακούσουν οποιαδήποτε κριτική).
Αντί ο ΣΥΡΙΖΑ και τα όργανα του κόμματος να σταθούν πολιτικά απέναντι στον Κασσελάκη, από την πρώτη στιγμή της εκλογής του, να εξηγήσουν την πολιτική τους διαφωνία με τις πράξεις και τις αποφάσεις του προέδρου, να εκπαιδεύσουν τα μέλη τους στη δημοκρατία στην πράξη, κατέφυγαν σε πρόχειρους τακτικισμούς και βυζαντινισμούς που ρίχνουν λάδι στη φωτιά του λαϊκισμού και της συνομωσιολογίας. Η απαξίωση της πολιτικής και κομματικής τους ταυτότητας φαίνεται από το ότι ούτε το ίδιο το καταστατικό τους δεν είχαν μελετήσει για να έχουν απαντήσεις για τα επόμενα βήματα, σαν όλη η συζήτηση να μην αφορά το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης με το θεσμικό βάρος που έχει, αλλά τον πολιτιστικό σύλλογο της Κάτω Ραχούλας (που με μεγαλύτερη σοβαρότητα θα αντιμετώπιζε την αλλαγή στο ΔΣ του).
Η δε «βάση» είναι πια εκπαιδευμένη, μετά από χρόνια παρόμοιων πρακτικών, να αντιδρά αντανακλαστικά (primed) οπαδικά και συναισθηματικά, χωρίς καμία πολιτική σκέψη (και το βάζω σε εισαγωγικά γιατί ως «βάση» γίνεται κυρίως αντιληπτός ο στρατός των διαδικτυακών οπαδών που μπορεί να καλλιεργήθηκε συντεταγμένα από κάποιους, αλλά έγινε αποδεκτός και χρησιμοποιηθκε από όλους). Και τελικά, ο ΣΥΡΙΖΑ απαλλάχθηκε (ίσως) από το σύμπτωμα, αλλά με έναν τρόπο που επιδεινώνει την παθολογία που το δημιούργησε. Η νίκη του πολακισμού και του παππισμού επί του κασσελακισμού είναι ολοκληρωτική ήττα της αριστερής πολιτικής και της ιδεολογίας.
Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμη και πρόβλημα της αριστεράς συνολικά, ακόμη κι αν ο ΣΥΡΙΖΑ μόνο κατ’ όνομα ανήκει στην αριστερά. Και αυτό γιατί αυτές οι πρακτικές, που ΔΕΝ εμφανίστηκαν τον τελευταίο χρόνο, έχουν αφήσει βαθύ αποτύπωμα σε ανθρώπους και καταστάσεις: συχνά μαθαίνουμε ή και υιοθετούμε ασυνείδητα και μόνο από την ανοχή και τη συνύπαρξη με αυτά που θεωρητικά απορρίπτουμε και ακόμη πιο συχνά η μη διαφοροποίηση αφήνει περιθώρια για δικαιολογημένες γενικεύσεις.
Χρειάζονται γενναίες παραδοχές και ουσιαστικές συγκρούσεις και ρήξεις με παγιωμένες πια πρακτικές για να προχωρήσουμε -και αυτό σημαίνει και επίπεδο ατόμων. Χωρίς να διαγράφονται θετικά και επιτυχίες, χρειάζεται η αναγνώριση ότι το πολιτικό προσωπικό που έχει υπηρετήσει, αναπαράξει ή ανεχτεί αυτές τις πρακτικές, με όποια δικαιολογία, δε μπορεί στην επόμενη στροφή να κάνει κάτι διαφορετικό (και αυτό πια έχει αποδειχτεί σε όλες τις προηγούμενες στροφές). Δεν υπάρχουν εύκολοι δρόμοι εδώ που είμαστε, αλλά κάποιοι οδηγούν σε σίγουρη καταστροφή, και αυτούς πρέπει να αποφύγουμε.